O διαστημάνθρωπος Λούκι και ο ψιλόλιγνος καουμπόι
Project 33

O διαστημάνθρωπος Λούκι και ο ψιλόλιγνος καουμπόι

Η λάμψη του φεγγαριού έπεσε πάνω στην κάνη του σκουριασμένου πιστολιού. Ήταν μια καλοδεχούμενη φρεσκάδα πάνω στη βρωμιά από θάνατο και μπαρούτι που μάζευε πάνω του το όπλο, που είχε αφαιρέσει τη ζωή αμέτρητων ανθρώπων.

Ο ψιλόλιγνος καουμπόι έφαγε μια μεγάλη κουταλιά από τη σούπα με νουντλς που είχε μπροστά του. Βούτηξε λίγο ψωμί στη σαλάτα και ήπιε μια γουλιά σαμπάνια. Στη συνέχεια σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς την άκρη του βράχου ρίχνοντας μια τελευταία ματιά στο τάμπλετ του.

Γύρισε απότομα το κεφάλι του προς τη σκηνή του κάμπινγκ για να δει αν ήταν εκεί το πατίνι του. Ήταν εκεί, δεν το είχε ξεχάσει όπως νόμιζε στο λούνα παρκ. Ήταν μια καλή βραδιά. Το αεράκι ήταν δροσερό και ο ψιλόλιγνος καουμπόι ήταν τόσο εξαντλημένος που δεν θα χρειαζόταν να πάρει βαλεριάνες για να κοιμηθεί.

Η ηρεμία του όμως γρήγορα εξαφανίστηκε. Ο θόρυβος που ερχόταν από τον γκρεμό μόνο ένα πράγμα σήμαινε.

Ο διαστημάνθρωπος Λούκι, τον είχε εντοπίσει. Όπλισε το σκουριασμένο πιστόλι και σφύριξε τρεις φορές.

Η μάχη ανάμεσα στους δύο ισχυρότερους ανθρώπους του γαλαξία θα ξεκίναγε σε λίγα λεπτά….

Ο διαστημάνθρωπος Λούκι έστρεψε το βλέμμα προς την Ανδρομέδα. Ποτέ δεν την είχε δει τόσο λαμπερή ξανά. Ήταν κι αυτό ένα σημάδι ότι κάτι πολύ μεγάλο θα συνέβαινε σύντομα. Κάτι για το οποίο γενιές τροβαδούρων είχαν παίξει τις άρπες τους.

Ήταν η συνάντηση του με τον ψιλόλιγνο καουμπόι που θα έκρινε την τύχη του σύμπαντος. Μία μάχη που θα άφηνε τον ένα από τους δύο ηττημένο. Μπορεί ο ψιλόλιγνος καουμπόι να ήταν ο μεγαλύτερος εχθρός του, όμως ο διαστημάνθρωπος Λούκι τον σεβόταν απεριόριστα. Ήταν ένας άξιος αντίπαλος και του άξιζε ένας δοξασμένος θάνατος.

Και ο διαστημάνθρωπος Λούκι θα του χάριζε αυτό το θάνατο. Θα του έκοβε το κεφάλι και θα το πέταγε στα σκυλιά.

Οι πλανήτες μπήκαν στην ίδια ευθεία εκείνο το βράδυ. Τα άστρα συνωμοτούσαν για την εκπλήρωση της προφητείας. Ήταν μια νύχτα που θα έμενε στη γαλαξιακή ιστορία.
Κάπου μακριά, σε έναν μικροσκοπικό πλανήτη με το όνομα γη, ένας άνθρωπος πέταγε τα σκουπίδια του όχι στον κανονικό κάδο, αλλά σε αυτόν της ανακύκλωσης.

Αυτό το τελευταίο δεν έχει καμία σχέση με τη μάχη του διαστημάνθρωπου Λούκι με τον ψιλόλιγνο καουμπόι, αλλά συνέβη.

Όταν τα βλέμματα τους ενώθηκαν μπορούσες να νιώσεις τον ηλεκτρισμό από χιλιόμετρα μακριά. Κρίμα που δεν βρισκόταν ψυχή σε απόσταση χιλιομέτρων για να τους δει. Γύριζαν ο ένας γύρω από τον άλλον για αρκετά λεπτά χωρίς κανένας από τους δύο να κάνει κίνηση. Ήταν σαν μια χορογραφία σε αναμονή. Σαν να έλειπε ένα κουμπί που έπρεπε να πατηθεί για να ξεκινήσει η όλη φάση. Του κουμπί δεν πατήθηκε ποτέ και οι στροφές συνεχίστηκαν για αρκετή ώρα.

Κάποια στιγμή ο Διαστημάνθρωπος Λούκι έσπασε τη σιωπή.

«Να σου πω, έχω ζαλιστεί με τη μαλακία που κάνουμε τόση ώρα»

«Μήπως είσαι φλώρος;» απάντησε ο ψιλόλιγνος καουμπόι που και αυτός όμως ήταν εμφανώς ζαλισμένος. Κανένας πότε δεν κατάλαβε την κόντρα τους. Δεν πρέπει ούτε οι ίδιοι να θυμούνται πλέον πως ξεκίνησε, αν και ο θρύλος λέει ότι υπεύθυνη ήταν μία γυναίκα.

Έτσι δεν συμβαίνει πάντα;

Ο θρύλος λοιπόν λέει αυτό: H γυναίκα ήταν η υπέροχη Έμιλι. Και οι δυο τους την διεκδίκησαν, και οι δυο τους γεύτηκαν το κορμί της, αλλά αυτή έδωσε την καρδιά της στον φύλαρχο του μπάσταρδου πλανήτη.

Σε όσους από εσάς δεν είναι γνωστός ο μπάσταρδος πλανήτης να σας πούμε απλώς ότι βρίσκεται περίπου δύο ώρες μακριά από τον Ερμη (αν οδηγείς υπερ-γρήγορη διαστημολιμουζίνα) και οι κάτοικοι του είναι μαλακισμένα. Ναι ναι έτσι αποκαλούν τους εαυτούς τους. Ο φύλαρχος ήταν το μεγαλύτερο μαλακισμένο από αυτά και καταλαβαίνετε την έκπληξη του διαστημάνθρωπου Λούκι αλλά και του ψιλόλιγνου Καουμπόι όταν η υπέροχη Έμιλι έδωσε την καρδιά της σε αυτόν.

Εμείς που το βλέπουμε ψύχραιμα μπορούμε να πούμε ότι ήταν μεγάλη καριόλα, αλλά τα δύο αγόρια έριχναν συνεχώς τις ευθύνες ο ένας στον άλλον. Μέχρι που τα χρόνια πέρασαν, οι δυνάμεις που απέκτησαν ήταν τέτοιες που θα μπορούσαν να τους κάνουν κυβερνήτες του γαλαξία, αλλά αυτοί αναλώνονταν στην προσωπική τους κόντρα.

Μια κόντρα που έφτανε τώρα στην κλιμάκωση της.

Σταμάτησαν επιτέλους να γυρνάνε γύρω γύρω και πήραν και οι δύο μια ανάσα. Ήταν τέτοια η ένταση της στιγμής και η συγκέντρωση τους στην επερχόμενη μεταξύ τους μάχη, που δεν αντιλήφθηκαν τα δύο μεγάλα διαστημόπλοια που τους προσέγγιζαν από διαφορετικές πλευρές. Και τα δύο είχαν πάνω τους το έμβλημα του μπάσταρδου πλανήτη.

Έναν ασημί στρογγυλό σκουπιδοτενεκέ.

Σε κάθε διαστημόπλοιο υπήρχε πλήρωμα από δέκα μαλακισμένα. Επικοινωνούσαν κατευθείαν με τον μπάσταρδο πλανήτη και την επίθεση οργάνωνε ο φύλαρχος.

«Να σου πω την αλήθεια έχω βαρεθεί λίγο την κόντρα μας. Δεν μας οδήγησε πουθενά και δεν μας άφησε να χαρούμε τη ζωή μας» είπε ο διαστημάνθρωπος Λούκι. Ο ψιλόλιγνος καουμπόι φάνηκε να ξαφνιάζεται ευχάριστα με τα όσα άκουγε. Ήταν και δικές του σκέψεις. Είχαν πολεμήσει ο ένας τον άλλον για δύο δεκαετίες ολόκληρες με κάθε δυνατό τρόπο και σε κάθε πιθανό και απίθανο πλανήτη του ηλιακού συστήματος.

Ίσως είχε έρθει η ώρα να μπει ένα τέλος σε όλα αυτά. Ο ψιλόλιγνος καουμπόι έτεινε διστακτικά το δεξί του χέρι. Ο διαστημάνθρωπος Λούκι το έπιασε και το έσφιξε.

«Τελειώνει εδώ» είπε και οι δύο τους χαμογέλασαν.

Μέσα από το αρχηγείο του στον μπάσταρδο πλανήτη ο φύλαρχος φώναξε μόνο μία λέξη.

«ΠΥΡ»

Τα μαλακισμένα εξαπέλυσαν την επίθεση τους εκείνη ακριβώς τη στιγμή. Την ώρα που οι δύο πιο δυνατοί άντρες του γαλαξία έσφιγγαν τα χέρια και έθαβαν το τσεκούρι του πολέμου.

Τα μαλακισμένα δεν σταμάτησαν να πυροβολούν παρά μόνο όταν δεν είχε μείνει σχεδόν τίποτα από τα άψυχα κορμιά των δύο μαχητών.

Στο πρόσωπο του φύλαρχου σχηματίστηκε ένα τεράστιο χαμόγελο. Και έσβησε αμέσως. Η υπέροχη Έμιλι του είχε καρφώσει ένα τεράστιο μαχαίρι στην πλάτη. Ο φύλαρχος σωριάστηκε νεκρός στο πάτωμα.

Το χαμόγελο είχε μεταφερθεί στο πρόσωπο της υπέροχης Έμιλι. Πλέον και οι τρεις άντρες που ήθελαν την καρδιά της ήταν νεκροί και αυτή είχε τη δύναμη να κυβερνήσει τον γαλαξία.

Η υπέροχη Έμιλι δεν ήταν πλέον απλά μια μεγάλη καριόλα. Ήταν η μεγαλύτερη καριόλα του Γαλαξία.

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ