Τα φώτα ανάβουν και βλέπουμε τη Μαρία να κάθεται στον καναπέ του σαλονιού. Έχει στα πόδια της ένα laptop, χαζεύει στο internet και ακούει μουσική. Στη μία άκρη του δωματίου σε εμφανές σημείο στέκεται ένας τύπος που είναι ντυμένος Ιησούς. Δεν συμμετέχει καθόλου στον διάλογο που θα ακολουθήσει.
Στο δωμάτιο μπαίνει ο Δημήτρης φουριόζος.
-Αγάπη μου χαμήλωσε τη μουσική, έχουμε πρόβλημα.
-Τι πρόβλημα έχουμε;
-Χαμήλωσε τη μουσική.
-Ορίστε τη χαμήλωσα. Τι έγινε;
-Επειδή γράφεις πιο γρήγορα από μένα, να σου υπαγορεύω ένα κείμενο να το ξεμπερδέψουμε μπαμ μπαμ
-Ναι οκ, αλλά τι έγινε θα μου πεις;
-Ήρθε το ρεύμα.
-Και λοιπόν
-Ήρθε 20 ευρώ παραπάνω από όσο υπολόγιζα.
-Και λοιπόν
-Περίμενα λογαριασμό 200 ευρώ και ήρθε 220
-Και λοιπόν
-Τι και λοιπόν αγάπη μου; Θα το αφήσουμε να περάσει έτσι;
-Το εικοσάρικο;
-Ναι
-Τι να κάνουμε δηλαδή;
-Θα γράψουμε μία επιστολή στη ΔΕΗ για να διαμαρτυρηθούμε
-Έχεις χαζέψει αγάπη μου; Για είκοσι ευρώ; Εδώ δεν διαμαρτυρόμαστε για άλλα κι αλλά θα διαμαρτυρηθούμε για αυτό;
-Δεν θα το αφήσω να περάσει έτσι. Κάποιος πρέπει επιτέλους να ορθώσει το ανάστημα του, κάποιος πρέπει να τα βάλει με το Σύστημα. Κάποιος πρέπει να σκοτώσει τους δράκους.
-Αγάπη μου σε ξαναρωτάω. Έχεις χαζέψει; Μπορεί να μη φταίει η ΔΕΗ μπορεί να ξεχάσαμε καμιά μέρα ανοιχτό το θερμοσίφωνα.
(ΤΗΝ ΚΟΙΤΑΕΙ ΕΝΤΡΟΜΟΣ)
-Τι με κοιτάς έτσι;
(συνεχίζει να την κοιτάζει εντρομος)
Ξεκόλα ρε παιδάκι μου εντάξει δεν έχουμε ξεχάσει τον θερμοσίφωνα ποτέ.
-Το ξέρεις πολύ καλά ότι έχω φοβία με τον ξεχασμένο ανοιχτό θερμοσίφωνα. Δεν είναι αστεία αυτά.
-Το ξέρω.
-Το ξέρεις…
-Το ξέρω
-Το ξέρεις…
(Του πετάει ένα μαξιλάρι)
-Θα με βοηθήσεις με την επιστολή;
-Ξεφυσάει… Θα σε βοηθήσω (που σε βρήκα παναθεμα σε μουρμουρίζει)
-Όποτε είσαι έτοιμη πες μου
-Έτοιμη
-Όποτε είσαι έτοιμη πες μου
(του πετάει κι άλλο μαξιλάρι)
Ξεροβήχει για να καθαρίσει τον λαιμό του. Αρχίζει να μιλάει με σοβαρή φωνή.
-«Αγαπητοί κύριοι. Υπέπεσε στην αντίληψη μου ο λογαριασμός του ρεύματος για την περίοδο κατανάλωσης 1/1/2014 έως 28/02 της ίδιας χρονιάς. Λέω υπέπεσε στην αντίληψη μου γιατί κανονικά δεν θα ασχολιόμουν καθόλου με το θέμα, θα το αναλάμβανε ο βοηθός μου χωρίς να με ενοχλήσει».
-Ποιος βοηθός αγάπη μου;
-Μη με διακόπτεις χάνω τον ειρμό μου.
(Γαμώ την τρέλα μου μουρμουρίζει…)
-«Έχω δώσει σαφή εντολή στο βοηθό μου να με ενημερώνει για κάθε ύποπτη διαφορά στις χρεώσεις των λογαριασμών μου και σε αυτή την περίπτωση επιτρέψτε μου να χαρακτηρίσω ύποπτη τη διαφορά των 20 ευρώ του τελικού λογαριασμού, σε σχέση με το ποσό που περίμενα και είχα υπολογίσει βάσει της κατανάλωσης κιλοβατορών που έκανα στην οικεία μου»
-Από πότε λες το σπίτι «οικεία»;
-Μη με διακόπτεις χάνω τον ειρμό μου.
(ακατάληπτες βρισιές μέσα από το στόμα)
-«Θα ήθελα λοιπόν να σας διηγηθώ μια ιστορία. Μεγάλωσα σε ένα μικρό χωριό αρκετά χιλιόμετρα έξω από τον Βόλο. Σαν παιδί ήμουν αρκετά σκανταλιάρικο αλλά ταυτόχρονα έξυπνο και θα μπορούσε κάποιος να με χαρακτηρίσει ως ένα ανήσυχο πνεύμα»
Τον κοιτάει με περίεργο ύφος…
-«Όταν τελείωσα το λύκειο, αποφάσισα ότι η ζωή στο χωριό δεν ήταν αυτή που μου ταίριαζε έτσι αποφάσισα να κυνηγήσω την ευκαιρία μου στην Αθήνα»
-Καλά. Αφού πρώτον είσαι από την Κοζάνη και δεύτερον μεγάλωσες στην Αθήνα γιατί λες ψέματα στον κόσμο;
-Δεν τα ξέρεις όλα για μένα Μαρία. Ξεφυσάει ανήσυχός… Χρειάζομαι έμπνευση. Στριφογυρνάει στο δωμάτιο… Το βρήκα θα βάλω κάτι να παίζει
-Arctic Monkeys;
-Όχι
-Mastodon;
-Όχι. Αυτό.
Πατάει το play και ακούγονται τα 36 πρώτα δευτερόλεπτα από αυτό…
Τον κοιτάει έκπληκτη, ενώ αυτός έχει σκύψει το κεφάλι και κουνάει το δεξί του χέρι χαμηλά στον ρυθμό…
-Αγάπη μου;
-Ναι
-Τι σου συμβαίνει;
-Τι εννοείς;
-Τι μαλακίες είναι αυτές που ακούς;
-Πάμε πάμε, μη χάσω την έμπνευση.
(Τον κοιτάει αγριεμένα)
-«…Φτάνοντας στην Αθήνα είδα νέους ορίζοντες να απλώνονται μπροστά μου. Γνώρισα διαφορετικούς ανθρώπους και προσπαθούσα μέρα με τη μέρα να βρίσκω μεροκάματο σε διάφορες δουλειές. Για μία περίοδο μαζί με έναν καλό μου φίλο, φτιάχναμε χειροποίητα σαπούνια. Έχω πολλές τρελές ιστορίες από εκείνη την εποχή. Το καλύτερο σαπούνι όπως θα ξέρετε φτιάχνετε από το ανθρώπινο λίπος. Έτσι μαζί με το φιλαράκι μου τρυπώναμε τα βράδια σε αυλές πίσω από κλινικές πλαστικής χειρουργικής και παίρναμε από τους κάδους με τα σκουπίδια τις σακούλες με το λίπος. Από την λιποαναρρόφηση ξέρετε.
Τον κοιτάει σαστισμένη
-…Ένα βράδυ έγινε κάτι πολύ αστείο. Ενώ βρισκόμασταν ο ένας από τη μία πλευρά της μάντρας και ο άλλος από την άλλη, η σακούλα με το λίπος που μου πέταξε πιάστηκε στο συρματόπλεγμα. Η σακούλα τρύπησε και το λίπος έπεσε πάνω μου. Ξέρω ότι ακούγεται αηδιαστικό, αλλά το θυμάμαι πάντα ως μια γλυκιά ανάμν (τον διακόπτει)
-Σοβαρά τώρα; Γράφουμε σε επιστολή στη ΔΕΗ την υπόθεση του Fight Club;
-Πιάνει το πρόσωπο του με τα δύο χέρια και το τρίβει… –
-Χρειάζομαι έμπνευση πάλι
Πάει προς το στερεοφωνικό και πατάει το play…
Για 36 δευτερόλεπτα παίζει αυτό…
Έχει σκύψει το κεφάλι και με κλειστά τα μάτια , πηγαίνει το δεξί του χέρι πέρα δώθε στο ρυθμό.
-Αγάπη μου…
-Ναι
-Αν σε ρωτήσω κάτι θα μου απαντήσεις;
-Ναι.
-Είσαι μαλάκας; Και αν είσαι γιατί αυτή είναι η πρώτη φορά που μου το δείχνεις;
-Δεν τα ξέρεις όλα για μένα Μαρία.
-Ναι. Έχει αρχίσει και με ανησυχεί αυτό. Θα μου απαντήσεις;
-Σε τι;
-Είσαι μαλάκας;
-Νομίζω ότι πρέπει να τελειώσουμε το κείμενο.
-Κοιτά να δεις που τώρα θέλω να το τελειώσουμε κι εγώ για να δω που το πας. Λέγε…
«Ήμουν 23 χρονών όταν έπιασα για πρώτη φορά δουλειά σε μια εταιρεία με φωτοτυπικά μηχανήματα….» σταματάει για λίγο και την κοιτάει…
Τον κοιτάει και αυτή επίμονα…
-Τα λεφτά ήταν λίγα στην αρχή, αλλά τουλάχιστον είχα ένα σταθερό μισθό. Μπορούσα να βάλω επιτέλους τη ζωή μου σε μία τάξη. Και το περιβάλλον ήταν ευχάριστο δεν μπορώ να πω. Άρχισα να προσαρμόζομαι και όλα έμοιαζαν πολύ καλά. Το αφεντικό μου ο Πέτρος ήταν κοντά στα 40, παντρεμένος με δύο παιδία. Ήταν πολύ ωραίος τύπος και νομίζω ότι εξαιτίας του η εταιρεία πήγαινε τόσο καλά. Αν με ρωτάγατε τότε θα σας έλεγα ότι θέλω να γίνω σαν τον Πέτρο. Προσιτός φιλικός, έξυπνος και πάνω από όλα καλός άνθρωπος. Έτσι στέριωσα στην εταιρεία για τα επόμενα τρία χρόνια. Πήρα δύο προαγωγές, τρεις αυξήσεις, και έφτασα να είμαι το δεξί χέρι του Πέτρου. Έφυγα από τη γκαρσονίερα των 26 τετραγωνικών και μετακόμισα σε ένα ρετιρέ, η ζωή μου ήταν πολύ καλή. Νόμιζω ότι… Νομίζω ότι … νομίζω… Ότι…
-Νομίζεις ότι?
-Έμπνευση…
-Αν βάλεις Κόκοτα σου το ορκίζομαι χωρίζουμε…
Πατάει play…
Η Μαρία αφήνει το laptop, του πετάει ένα μαξιλάρι και φωνάζει: Είσαι μαλάκας.
Φεύγει από το δωμάτιο και ο Δημήτρης μένει μόνος του. Περιφέρεται για λίγο αλλά η Μαρία επιστρέφει στο δωμάτιο με γρήγορο βήμα.
-Θα σου δώσω μία ευκαιρία για να εξηγήσεις τη συμπεριφορά σου. Σου συμβαίνει τίποτα; Ξέρεις ότι μπορείς να μου μιλήσεις για όλα.
-Τι έχει η συμπεριφορά μου;
Η Μαρία γυρνάει από την άλλη πλευρά και παίρνει βαθιές ανάσες. –Ηρεμησεεεεεε (λέει στον εαυτό της) Ηρεμησεεεεεε.
-Θες να σου τελειώσω την ιστορία;
-Θες να πας στον διάολο;
-Να σου τελειώσω την ιστορία και να με στείλεις μετά; Είμαι σίγουρος ότι όταν τα ακούσεις όλα θα καταλάβεις και θα με συγχωρέσεις. Αφού ξέρεις πόσο σ’ αγαπάω.
Παίρνει μερικές βαθιές ανάσες ακόμα. Ξεφυσάει. Πάει και κάθεται στον καναπέ.
-Σ’ ακούω. Δεν γράφω τίποτα. Αλλά σ’ ακούω…
-Λοιπόν. Θέλω να ξέρεις ότι ανεξάρτητα από το τέλος της ιστορίας πλέον έχω κάποιον δίπλα μου και δεν με νοιάζει.
-Οκ, δεκτό πες μου.
-Καταλαβαίνεις τι εννοώ όταν λέω ότι έχω κάποιον δίπλα μου;
-Καταλαβαίνω.
-Λοιπόν που είχα μείνει…
-Είχες μετακομίσει στο ρετιρέ..
-Α ναι. Λοιπον, άφησα που λες τη γκαρσονιέρα και μετακόμισα στο ρετιρέ. Οι δουλειές πήγαιναν πολύ καλά εκείνη την εποχή, για κάποιο λόγο όλοι αγόραζαν φωτοτυπικά μηχανήματα. Και όσο οι δουλειές πήγαιναν καλά τόσο καλυτέρευε και το κλίμα στη δουλειά. Μου άρεσε να έχω γύρω μου τόσο χαρούμενους ανθρώπους, δεν είναι όπως τώρα που έχω κάποιον συνέχεια δίπλα μου που ξέρω ότι με νοιάζεται…
-Σε ευχαριστώ αγάπη μου
-Για ποιο πράγμα;
-Συνέχισε…
-Βγαίναμε λοιπόν συνέχεια μετά τη δουλειά όλοι μαζί έξω. Για καφέδες, για ποτά, για μεζεδάκια, περνάγαμε πολύ ωραία. Περισσότερη παρέα όμως έκανα με τον Πέτρο και ας είχαμε διαφορά ηλικίας κοντά μια δεκαετία.
-Να σε διακόψω λίγο;
-Να με διακόψεις.
-Αυτό το μέρος της ιστορίας είναι αληθινό ή πάλι θα καταλήξουμε να παίζεις στο Fight Club.
-Όχι αυτό είναι αληθινό.
-Αρχίσαμε λοιπόν να βγαίνουμε και μόνοι μας με τον Πέτρο, πηγαίναμε στο γήπεδο, πηγαίναμε σε στριπτιτζάδικα, ήταν μεγάλος χουβαρντάς. Δεν με άφηνε ποτέ να πληρώνω. Ένιωσα επιτέλους ότι έχω έναν πραγματικό φίλο. Δεν συγκρίνεται βέβαια με τώρα που ξέρω ότι έχω κάποιον πάντα δίπλα μου αλλά ήταν πολύ καλά.
Όλα άλλαξαν όταν μία ημέρα μπήκα στο γραφείο μου και τον είδα να ψάχνει τα συρτάρια μου.Του είπα –Δημήτρη. Στο άδειο μου γραφείο απόψε μπήκες. Δεν μου απάντησε καν. Δεν γύρισε ΚΑΝ να με κοιτάξει.
Του είπα «Δεν ξέρω τι ζητάς και αν το βρήκες….»
-Αγάπη μου το ξέρεις ότι λες στίχους από τραγούδι έτσι;
-Ποιο τραγούδι;
Η Μαρία ξεφυσάει…
-Μου είπε ότι νόμιζε ότι είχε αφήσει το κινητό του στο γραφείο μου από την τελευταία φορά που είχε έρθει μου χαμογέλασε και έφυγε. Τον πίστεψα. Την επόμενη μέρα με συνέλαβαν για κατάχραση χρημάτων της εταιρείας. Είχε στήσει τα στοιχεία στον υπολογιστή μου. Ήξερα ότι έκανε βρομοδουλειές αλλά πάντα έκανα ότι δεν καταλαβαίνω. Αυτός τα είχε πάρει τα λεφτά και μου την έστησε. Ο πούστης! Αλλά τώρα ευτυχώς έχω κάποιον δίπλα μου…
Η μαρία σηκώνεται από τον καναπέ και τον πλησιάζει. Περνάει τα χέρια της γύρω από τον ώμο του.
-Και τι έγινε μετά αγάπη μου…
-Πήγα δύο χρόνια φυλακή.
-Δεν μπορεί να μιλάς σοβαρά.
-Κι όμως…
-Και;
-Κράτησα χαμηλό προφίλ, προσπάθησα να μη μπλέξω και σε ενάμισι χρόνο ήμουν έξω.
Τον αγκαλιάζει στοργικά. -Δηλαδή αγάπη μου όλη αυτή την ιστορία με τη ΔΕΗ την κάναμε για να μου πεις ότι έχεις πάει φυλακή.
-Ε, δεν ήξερα πώς να στο πω.
Τον αγκαλιάζει για μερικά δευτερόλεπτα και τον αφήνει…
-Αυτό ήταν μόνο;
Σκύβει το κεφάλι. -Να είμαι ειλικρινής;
-Ναι.
-Σε έχω απατήσει τρεις φορές….
Αρχίζει και τον χτυπάει με ότι βρίσκει μπροστά της, βρίζει κτλ…
Μαζεύει τα πράγματα της ενώ αυτός κάθεται στη γωνία σα βρεγμένη γάτα, κοπανάει την πόρτα πίσω της και φεύγει φωνάζοντας «ΧΩΡΙΖΟΥΜΕ».
Τα φώτα σβήνουν. Για μερικά δευτερόλεπτα.
Όταν ξανανοίγουν ο Δημήτρης είναι μπροστά στη σκηνή μαζί με τον τύπο που είναι ντυμένος Ιησούς και βρισκόταν από την αρχή στο δωμάτιο.
«Ευτυχώς που έχω τον Ιησού δίπλα μου λέει…»
Ακούγεται από τα ηχεία αυτό…
Τα φώτα σβήνουν ξανά και η μουσική συνεχίζεται…
ΤΕΛΟΣ