Έτσι αντιμετώπισα τον θάνατο
Σήμερα θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας, την παραλίγο θανάσιμη εμπειρία μου, που θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα. Την ώρα που το ασανσέρ της πολυκατοικίας με μετέφερε στον δεύτερο όροφο, ξαφνικά όλα γύρω μου έσβησαν.
Διακοπή ρεύματος.
Και το ασανσέρ σταμάτησε ανάμεσα στον πρώτο και τον δεύτερο. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήτα ότι δεν μου έχει ξανατύχει. Περίεργη φάση. Δεν αντέδρασα όμως. Ένα λεπτό πέρασε και το ρεύμα δεν ήρθε. Εκείνη τη στιγμή σκέφτηκα ότι μπορεί να ξανάρθει ποτέ και εγώ να μείνω για πάντα εγκλωβισμένος ανάμεσα στον πρώτο και τον δεύτερο όροφο.
Δεν είναι δοξασμένος θάνατος αυτός. Δεν θα γραφτούν τραγούδια για το πόσο ηρωικά έπεσα. Ποιος ασχολείται με αυτούς τους ορόφους; Αν ήταν ανάμεσα στον πέμπτο και τον έκτο θα μπορούσα να πω ότι τουλάχιστον έφυγα από αυτή τη ζωή αγγίζοντας τα σύννεφα και τον ουρανό. Σαν αετός. Αμέσως μετά όμως σκέφτηκα να πατήσω το κουδούνι του ασανσέρ. Και το έκανα.
Τζίφος.
Το κουδουνάκι που θα ειδοποιούσε για τον κίνδυνο δεν λειτουργούσε. Έτσι βυθίστηκα ξανά στις σκέψεις μου. Ο τοίχος μπροστά ακριβώς μπροστά μου, ήταν όλα τα εμπόδια της ζωής μαζεμένα. Θα ήταν αυτός που θα με λύγιζε εκεί που τόσες άλλες δυσκολίες (όπως τότε που τρύπησα το δάχτυλο μου με το τρυπάνι ή τότε που πάτησα το καρφί) δεν το κατάφεραν.
Αρνήθηκα να φωνάξω βοήθεια. Αρνήθηκα να φωνάξω το οτιδήποτε.
Διάολε, θα αντιμετώπιζα τον θάνατο σαν άντρας και όχι σαν κοριτσάκι που φωνάζει τη μαμά του. Θα έμενα όρθιος μέχρι τέλους. Αν και κανά δυο φορές, για να πω την αλήθεια, χτύπησα το χέρι μου στην πόρτα του ασανσέρ. Όταν πέρασαν δέκα λεπτά και σταμάτησαν οι συναγερμοί από τα μαγαζιά που επηρεάστηκαν και αυτοί από τη διακοπή του ρεύματος, συνειδητοποίησα ότι κάπως έτσι είναι το τέλος.
Στην αρχή υπάρχει φασαρία, αλλά μετά μόνο γαλήνη. Ήμουν έτοιμος να αφεθώ στο κενό του σκοταδιού που φάνταζε λυτρωτικό. Ήμουν έτοιμος να αντιμετωπίσω το τέλος μου. Όχι γεμάτος, αφού τα περισσότερα πράγματα στη ζωή μου τα άφηνα στη μέση, αλλά πρόθυμος να συναντήσω αυτό που υπάρχει στην άλλη πλευρά.
Έκλεισα τα μάτια και πήρα μια βαθιά ανάσα.
Για πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωσα γαλήνιος. Και τότε… Το ρεύμα ήρθε και το ασανσέρ με μετέφερε για το υπόλοιπο ένα μέτρο της διαδρομής που τόσο βίαια είχε διακοπεί δέκα λεπτά πριν. Άνοιξα τα μάτια και πήγα βγω. Σκόνταψα ο μαλάκας γιατί υπήρχαν πέντε εκατοστά διαφορά από το θαλαμίσκο μέχρι την αρχή του διαδρόμου και δεν κοίταξα κάτω. Ποτέ δεν κοιτάω κάτω.
Μπήκα στο σπίτι και άνοιξα κατευθείαν μια μπύρα. Δεν ξέρω αν η ζωή μου θα είναι ποτέ πια η ίδια αλλά η μπύρα ήταν καλή.