
Ran: Το βιβλίο που περίμενε στο ράφι
Όλοι έχουμε μια λίστα με ταινίες που «πρέπει» να δούμε. Ταινίες που μας περιμένουν υπομονετικά, σαν ξεχασμένα βιβλία στο ράφι. Τίτλοι που ακούμε ξανά και ξανά, που μας προτείνουν φίλοι, που εμφανίζονται σε λίστες με «τα καλύτερα όλων των εποχών», αλλά για κάποιο λόγο μένουν εκεί, περιμένοντας τη στιγμή τους.
Η δική μου λίστα είναι μεγάλη. Τα τελευταία χρόνια έχει μικρύνει, αλλά όχι τόσο ώστε να μη συνεχίζει να με κρατάει ξάγρυπνο κάποια βράδια. Το Ran του Ακίρα Κουροσάβα ήταν για χρόνια εκεί. Μέχρι που έφτασε η στιγμή του. Και τη στιγμή… Γράφει ο Νίκος Ράλλης.
Το Ran με πήρε και με πέταξε σε μια εποχή όπου το σινεμά ήταν ταυτόχρονα τέχνη, φιλοσοφία, ποίηση, φαντασία και θέαμα. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι αυτό το έργο δημιουργήθηκε το 1985. Ακόμη και αν πίσω του βρίσκεται ο θρυλικός Κουροσάβα, το αποτέλεσμα ξεπερνά κάθε προσδοκία. Είναι αδιανόητο ότι αυτό το πραγματικό έπος κυκλοφόρησε λίγο πριν γεννηθώ. Και όμως, η δύναμή του δεν έχει φθαρεί ούτε στο ελάχιστο. Αντίθετα, μοιάζει να έχει αποκτήσει ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα με το πέρασμα του χρόνου.
Η σκηνοθεσία, η φωτογραφία, η χρήση του χρώματος, η μουσική, η σιωπή στις μάχες, τα τοπία, όλα μοιάζουν πιο σύγχρονα από πολλές σημερινές παραγωγές. Και όμως, δεν υπάρχει ούτε ίχνος ψηφιακής επεξεργασίας. Όλα είναι χειροποίητα. Αληθινά. Ζωντανά. Η κάθε σκηνή είναι σαν πίνακας ζωγραφικής, με χρώματα που δεν υπάρχουν πια στο σινεμά. Η κάθε κίνηση της κάμερας είναι μελετημένη, σχεδόν χορογραφημένη. Η κάθε παύση έχει νόημα. Δεν υπάρχει τίποτα περιττό.
Η σκηνή της πολιορκίας, με τη μουσική να αντικαθιστά τους ήχους της μάχης, είναι από τις πιο ανατριχιαστικές που έχω δει. Δεν χρειάζονται κραυγές, εκρήξεις ή εφέ. Η σιωπή είναι πιο δυνατή από κάθε ήχο. Οι στολές των γιων του Χιντετόρα, με τα έντονα χρώματα, λειτουργούν ως σύμβολα χαρακτήρων, ως προεκτάσεις της ψυχής τους. Και η ερμηνεία του Tatsuya Nakadai -που σήμερα είναι κοντά στα 90- ως του βασιλιά που καταρρέει, είναι μια μελέτη πάνω στην ανθρώπινη ματαιότητα. Δεν είναι απλώς ένας χαρακτήρας. Είναι μια αλληγορία για την εξουσία, την παρακμή, την τύφλωση που φέρνει η αλαζονεία.
Και κάπου εκεί, θυμήθηκα αυτό που είπε πρόσφατα ο Ταραντίνο: «Το σινεμά πέθανε το 2019» . Ίσως υπερβολή, ίσως όχι. Αλλά σίγουρα κάτι έχει αλλάξει. Ζούμε σε μια εποχή όπου βαφτίζουμε πολύ εύκολα ως «αριστούργημα» κάτι που είναι απλώς καλοφτιαγμένο ή απλώς επίκαιρο. Η αισθητική έχει αντικατασταθεί από φόρμα, η φαντασία από φόρμουλα, και η συγκίνηση από εντυπωσιασμό. Οι ταινίες πλέον μοιάζουν να φτιάχνονται για να καταναλωθούν γρήγορα, να σχολιαστούν στα social media, να ξεχαστούν μέσα σε λίγες μέρες.
Το Ran μου θύμισε τι σημαίνει να βλέπεις κάτι που δεν προσπαθεί να σε κερδίσει, απλώς υπάρχει, και σε κατακλύζει. Δεν σε φωνάζει. Δεν σε προκαλεί. Απλώς στέκεται εκεί, περήφανο, αμετακίνητο, και σε περιμένει να το ανακαλύψεις. Είναι σαν εκείνα τα βιβλία που όταν τα ανοίξεις, σε αλλάζουν. Δεν ξέρω αν το σινεμά πέθανε. Ξέρω όμως ότι όταν βλέπεις κάτι σαν το Ran, νιώθεις πως είναι ακόμα ζωντανό. Βρίσκεται στο ράφι. Περιμένει. Και όταν το βρεις, δεν σε αφήνει ίδιο.
Netflix: Όλες οι σειρές και οι ταινίες που φέρνει ο Σεπτέμβριος
Το Plissken festival ξαναχτυπά με line-up που καίει
Η έκθεση της αστυνομίας αποκαλύπτει λεπτομέρειες για το μοιραίο τροχαίο του Brent Hinds
Star Wars: Starfighter – Όλοι οι πρωταγωνιστές της νέας ταινίας
Ακολουθήστε το Roxx στο Google News για να μαθαίνετε πρώτοι νέα για μουσική, σειρές και ταινίες. Ακολουθήστε μας στο spotify για νέα μουσική κάθε εβδομάδα. Στο instagram μας βρίσκετε εδώ.