Μετά από είκοσι χρόνια αποφάσισα ότι είναι καιρός να σταματήσω το κανονικό τσιγάρο και να το γυρίσω σε ηλεκτρονικό. Αποφάσισα επίσης να καταγράφω αυτή την εμπειρία με κάθε λεπτομέρεια. Κάποια από τα πράγματα που θα διαβάσετε ίσως σας φανούν υπερβολικά αλλά όπως είχε πει κάποτε κάποιος όχι και τόσο σημαντικός άνθρωπος, η πραγματικότητα είναι μία διαστρεβλωμένη εικόνα της φαντασίας.
Καταγράφει την εμπειρία του ο Θανάσης Ράλλης
Τρεις μέρες πέρασαν από τη στιγμή που πήρα το μαραφέτι στα χέρια μου και η πρώτη υπόσχεση που είχα δώσει στον εαυτό μου πραγματοποιήθηκε. Τον καπνό που είχα πάνω μου θα τον τελείωνα. Έτσι και έκανα, με οκτώ τσιγάρα τη μία μέρα και επτά την άλλη. Κράτησα ένα τελευταίο για το επόμενο πρωί και θα το έκανα με ευλάβεια κάτω από το γραφείο λίγο πριν ανέβω. Και το έκανα. Και όχι με απλή ευλάβεια αλλά με μεγάλη, αφού τραβώντας τις τζούρες έβλεπα μπροστά μου ολοζώντανες εικόνες από το παρελθόν μου.
Χαρούμενες στιγμές με τα τσιγαράκια μου, που τα χάιδευα, τα έπαιρνα αγκαλιά, τα κοιτούσα με αγάπη και τα έβαζα στο στόμα χωρίς δεύτερη σκέψη. Τίποτα δεν με ένοιαζε τότε και ήταν χαρούμενες αυτές οι στιγμές στη ζωή μου.
Θυμήθηκα επίσης τη φορά που παραλίγο να κάψω το σπίτι μου, όταν είχε τελειώσει ο αναπτήρας και με τις μικρές σπίθες που έβγαζε προσπάθησα να βάλω φωτιά σε μία χαρτοπετσέτα που είχα ποτίσει με οινόπνευμα. Έβαλα φωτιά στη χαρτοπετσέτα, αλλά και στις κουρτίνες της κουζίνας. Ωραίες εποχές παρά το γεγονός ότι έπρεπε να εξηγήσω στην πυροσβεστική που είχε καλέσει κάποιος υπερβολικό γείτονας, ότι δεν το είχα κάνει επίτηδες και ότι δεν ήθελα να κάψω το σπίτι μου ούτε είχα αυτοκτονικές τάσεις.
Τις μέρες που έκανα τα τελευταία μου τσιγάρα είχα αρχίσει φυσικά να χρησιμοποιώ και το ηλεκτρονικό, περνώντας διάφορα στάδια ψυχολογίας. Τη μία φορά σκεφτόμουν ότι είναι καλή φάση και πιθανότατα θα μπορέσω να το συνεχίσω εύκολα. Λίγα λεπτά σκεφτόμουν όμως «τι μαλακία είναι αυτή που κάνω και τι αμαρτίες πληρώνω στη ζωή μου επιτέλους, αφού γενικά προσπαθώ να είμαι δίκαιος με τους ανθρώπους, να φέρομαι όσο καλά μπορώ και στην τελική αν κάποιοι μπορεί να με λένε κομπλεξικό μαλάκα, δεν φταίω εγώ αλλά αυτοί. Αυτοί είναι κομπλεξικοί μαλάκες και να πάνε να γαμηθούνε στην τελική και μεγάλη σημασία τους έχω δώσει και μόνο που το σκέφτομαι».
Είναι η αλήθεια ότι η δεύτερη σκέψη καταλάμβανε περισσότερο χώρο στο σκληρό δίσκο του μυαλού μου, αλλά έτσι δεν συμβαίνει πάντα; Τα αρνητικά κομμάτια μας κατατρώνε.
Δεν ξέρω αν έφταιγε η μείωση της ποσότητας νικοτίνης στον οργανισμό μου, αλλά τη δεύτερη μέρα που έτυχε να είναι Κυριακή και κατέβηκα το πρωί από το σπίτι για να πάρω καφέ, παρατήρησα ότι η ατμόσφαιρα είχε αλλάξει εντελώς. Αν και ήταν οι πρώτες ημέρες του Ιονίου και θα έπρεπε να έχει ζέστη, βγαίνοντας από το σπίτι διαπίστωσα ότι είχε συννεφιά και αεράκι περίεργο για την εποχή. Μπορεί να ήταν και στη φαντασία μου αλλά ένιωσα ότι και ο κόσμος που περπατούσε στο δρόμο ήταν διαφορετικός. Ένιωσα περίεργα βλέμματα πάνω μου, φιγούρες να κρύβονται πίσω από τοίχους, κουρτίνες να τραβιούνται απότομα την ώρα που πέρναγα έξω από τα σπίτια, δύο άδεις σακούλες να σέρνονται στο δρόμο και θα ορκιζόμουν ότι άκουσα σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις το όνομα από ψιθύρους.
Μπορεί να ήταν και ιδέα μου αλλά ο καιρός δεν ήταν φυσιολογικός. Στο μυαλό μου γρήγορα δημιουργήθηκε ένα σενάριο όπου οι δυνάμεις που ελέγχουν τα καιρικά φαινόμενα αποφάσισαν να ασχοληθούν μαζί μου για να μου δείξουν με τον τρόπο τους ότι κάνω μαλακία και αφού ήθελα να συνεχίσω το κάπνισμα δεν υπήρχε λόγος να αρκούμαι σε ημίμετρα.
Με μία δεύτερη σκέψη βέβαια κατέληξα ότι ίσως η αντίδραση μου να είναι λίγο υπερβολική και απλά να είχε γαμηθεί ο καιρός.
Συμβαίνουν αυτά.
Όπως και είχε πάντως, ο συγκεκριμένος καιρός δεν μου άρεσε καθόλου, αφού αν θες συννεφιά και αέρα καλύτερα να κάνεις και κρύο ταυτόχρονα, αλλιώς τι θες τώρα από τη ζωή μας; Μαλάκα καιρέ.
Διακρίνεται ίσως έναν εκνευρισμό στον τόνο μου και είναι η αλήθεια πως υπάρχει.
Θα σας πω αμέσως που οφείλεται. Ψάχνοντας την πρώτη μέρα στο internet για γεύσεις υγρών ηλεκτρικού τσιγάρου που θα μοιάζουν με τον καπνό που έκανα, έφτασα σε δύο αποτελέσματα. Πρώτον ότι δεν υπάρχει καμία αντιστοιχία και όποιοι λένε ότι υπάρχουν αντιστοιχίες λένε ψέματα και δεύτερον ότι υπάρχουν πολλοί τύποι που κάνουν ηλεκτρονικά τσιγάρα και αποκαλούν τους εαυτούς τους «ατμιστές». Όσο σκεφτόμουν αυτή τη λέξη τόσο περισσότερο εξοργιζόμουν.
«Ατμιστής».
Για να καταλήξω σε αυτά τα αποτελέσματα, γράφτηκα σε ένα forum για το ηλεκτρονικό τσιγάρο και χρησιμοποίησα το username «i_prwti_mou_fora». Διαλέγοντας το username είναι η αλήθεια ότι δεν σκέφτηκα ότι μπορεί να γίνουν άλλοι συνειρμοί και με μεγάλη χαρά και όρεξη για μάθηση άρχισα να ποστάρω στο φόρουμ αναζητώντας πληροφορίες για τα υγρά που σας έλεγα πιο πριν.
Έλα όμως που το όνομα που είχα διαλέξει σε συνδυασμό με την αναζήτηση υγρών, οδήγησε κάποιους χρήστες στο συμπέρασμα, ότι βρίσκομαι στο forum προσπαθώντας να ικανοποιήσω κάποιου τύπου σεξουαλικές ορέξεις τις οποίες είναι η αλήθεια ότι δεν είχα, αφού από νεαρή ηλικία είχε δείξει ξεκάθαρη προτίμηση στο γυναικείο φύλο, την οποία διατηρώ μέχρι και σήμερα. Έτσι άρχισαν τα πριβέ μηνύματα τα οποία χρησιμοποιούσαν ηλεκτρονικοκαπνιστική ορολογία του τύπου «Έλα να κάψουμε την αντίσταση», «η μπαταρία μου αντέχει όλη νύχτα» και τέλος «έχω εγώ υγρά για πάρτη σου όσα θέλεις».
Κοίταξα την οθόνη του υπολογιστή με περιέργεια αφού υπήρχαν ακόμη άνθρωποι στο 2017 που πιστεύουν ότι θα πηδήξουν μέσω φόρουμ, ήπια μια γουλιά από την μπύρα μου και συνέχισα να εκνευρίζομαι με τη λέξη ατμιστής που έβλεπα παντού μπροστά μου.
Σε εκείνο το σημείο πήρα μια απόφαση. Δεν θα άφηνα κανέναν, ποτέ, να με αποκαλέσει ατμιστή. Αν το έκανε, θα τον προειδοποιούσα να μην το ξανακάνει. Αν όμως το συνέχιζε θα έκανα τη ζωή του κόλαση με όποιο τρόπο μπορούσα ακόμα και αν αυτός ο τρόπος δεν ήταν νόμιμος. Σκεφτόμουν ήδη σενάρια όπου από την άλλη άκρη ενός μαγαζιού κάποιος μου φώναζε «Ε, ατμιστή», εγώ του απαντούσα «Μην το ξαναπείς αυτό», αυτός μου έλεγε «Ποιο να μην ξαναπώ ατμιστή» και έτσι με ένα σάλτο πήδαγα πάνω από όλα τα εμπόδια, έφτανα στο μέρος του τον άρπαζα από τον λαιμό με το ένα χέρι και με το άλλο του έδινα σφαλιάρες, φωνάζοντας ταυτόχρονα «Ποιον είπες ατμιστή μωρη γαμιόλα».
Η αλήθεια είναι πως αυτή η τελευταία σκέψη μου έφερνε χαμόγελο έτσι ξέχναγα για λίγο τον εκνευρισμό που μου προκαλούσε η λέξη «ατμιστής».
Είχα πάρει τον καφέ μου αλλά δεν γύρισα αμέσως σπίτι. Ήθελα να περπατήσω για κανά δεκάλεπτο αφού όλη την υπόλοιπη ημέρα η μεγαλύτερη διαδρομή που θα έκανα ήταν μέχρι την κουζίνα.
Έτσι ο δρόμος μου έφερε έξω από το μαγαζί που είχα αγοράσει το ηλεκτρονικό τσιγάρο δύο ημέρες πριν. Ήταν κλειστό φυσικά αφού ήταν Κυριακή και δεν μπόρεσα να ρίξω μια ματιά στη βιτρίνα αφού είχε κατεβασμένο ρολό.
Σκέφτηκα ότι θα πέρναγα ξανά σύντομα και απομακρύνθηκα.
Αυτό που δεν είδα, ήταν τα δύο μάτια που με παρακολουθούσαν πίσω από το κατεβασμένο ρολό.